- κουσκουσουριά
- ηκακογλωσσιά, κουτσομπολιό.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
κουσκουσουριά — και κουρκουσουριά και κορκοσουριά, η [κουσκουσούρης] κακολογία, κουτσομπολιό, κακογλωσιά, καταλαλιά … Dictionary of Greek
κουρκουσουριά — η βλ. κουσκουσουριά … Dictionary of Greek
κουσέλι — το συκοφαντία, κακολογία, κουτσομπολιό, κουσκουσουριά … Dictionary of Greek